Πολύ πριν καθιερωθεί το γραφείο στο σπίτι, η εργασία στο σπίτι ήταν ήδη κάτι το σύνηθες για μία κοινωνική ομάδα: τις γυναίκες.
Ακόμα και σήμερα, οι μη αμειβόμενες εργασίες, καθώς και οι εργασίες φροντίδας στο σπίτι θεωρούνται γυναικεία υπόθεση ή δεν εκτιμάται η σκληρή δουλειά που απαιτείται. Το άρθρο διερευνά την ιστορία της γυναικείας εργασίας στην Ευρώπη ώστε να ανακαλύψουμε τους λόγους πίσω από τις σύγχρονες ανισότητες στον εργασιακό χώρο.
Αν κάνουμε μία αναδρομή στην ιστορία της εργασίας, παρατηρούμε ότι συχνά προτιμάται η εργασία των αντρών.
Ιστορικά, οι γυναίκες απεικονίζονται ως νοικοκυρές που ασχολούνται με χειροτεχνίες ή είναι απασχολημένες ως μητέρες. Παρόλο που αυτό μπορεί να ίσχυε για κάποια μέρη Ευρωπαϊκών κοινωνιών στο παρελθόν, ουσιαστικά χαρακτηρίζει μόνο την πλούσια ελίτ. Μέχρι τη βιομηχανική επανάσταση, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στην Ευρώπη δούλευε στο γεωργικό τομέα και οι γυναίκες απασχολούνταν στα αγροκτήματα εξίσου με τους άντρες.
Πώς άλλαξε την εργασιακή καθημερινότητα των γυναικών η βιομηχανική επανάσταση;
Η βιομηχανική επανάσταση άλλαξε πάρα πολύ την εργασιακή καθημερινότητα των γυναικών.
Η έμμισθη εργασία με βάρδιες σε χώρους όπως τα εργοστάσια, τα γραφεία ή τα καταστήματα έγινε μέρος της σύγχρονης καθημερινότητας. Ειδικά οι νεαρές, ανύπαντρες γυναίκες και οι γυναίκες της εργατικής τάξης μετακόμισαν στις πόλεις για να δουλέψουν στις αναπτυσσόμενες βιομηχανίες. Η εκπαίδευση έπαιξε σημαντικό ρόλο για τις γυναίκες που εντάσσονταν στο εργατικό δυναμικό και το ποσοστό των κοριτσιών που ξεκίνησαν να πηγαίνουν σχολείο αυξήθηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Οι γυναίκες αποτελούσαν επιθυμητό εργατικό δυναμικό για τους εργοδότες επειδή αμείβονταν λιγότερο από τους άντρες και δεν συνδικαλίζονταν. Ταυτόχρονα, οι γυναίκες δούλευαν στα σπίτια τους, με αμοιβή με το κομμάτι, και πληρώνονταν μόνο για κάθε ολοκληρωμένο κομμάτι ή για τη συναρμολόγηση αντικειμένων όπως τα χάλκινα πηνία.
Έτσι, οι γυναίκες κουβαλούσαν διπλό βάρος: έπρεπε να φροντίσουν τα παιδιά, τα ηλικιωμένα μέλη της οικογένειας και το νοικοκυριό- εργασία απλήρωτη και κρυμμένη σε ιδιωτικούς χώρους. Συγχρόνως, συνεισέφεραν στο οικογενειακό εισόδημα με την αμειβόμενη εργασία τους.
Τα καταγεγραμμένα στοιχεία για τη γυναικεία εργασία δεν είναι τόσο αξιόπιστα και τεκμηριωμένα όσο τα σχετικά με την ανδρική εργασία επειδή η εργασία πραγματοποιούνταν στο σπίτι, ήταν μερικής απασχόλησης , περιστασιακή ή ακόμη και παράνομη.
Πριν εδραιωθεί η βιομηχανική, αστική εργασία, οι άντρες δεν αποτελούσαν το ιδανικό του «κουβαλητή»της οικογένειας. Όσο αυξάνονταν ο αριθμός των εργαζόμενων γυναικών, αναδεικνυόταν ο αντίστοιχος ρόλος τους . Η έγγαμη γυναίκα που φρόντιζε την οικογένειά της και το νοικοκυριό έγινε το κοινωνικό ιδεώδες, παρόλο που οι περισσότερες βιογραφίες γυναικών δίνουν άλλη εικόνα.
Όταν δημιουργήθηκε νομοθεσία που ρύθμιζε τις ώρες εργασίας των γυναικών και των ανηλίκων και απαγόρευε τις ιδιαίτερα επικίνδυνες εργασίες, ο ρόλος των ανδρών ως οι μόνοι που συνεισφέρουν οικονομικά στην οικογένεια σταδιακά ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Αυτά τα πρότυπα θεωρούνταν φυσιολογικά μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα: οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν ως το «άλλο» φύλο, πιο αδύναμες και με πιο εκλεπτυσμένη φύση από τους άντρες, με εγγενείς ικανότητες για δουλειές φροντίδας. Ως μητέρες και σύζυγοι, το οικιακό περιβάλλον έγινε το πεδίο τους, ενώ η δημόσια σφαίρα ανήκε στους άντρες.
Σε αντίθεση με αυτά τα πρότυπα, οι γυναίκες ήταν απαραίτητες στο εργατικό δυναμικό, ειδικά σε περιόδους πολέμου, Παρόλαυτά, η κατάσταση δεν μποροεί να θεωρηθεί ως δείγμα χειραφέτησης.
Η εργασία σε προσωρινά εργοστάσια όπλων και άλλων υλικών απαραίτητων στα πεδία μάχης σήμαινε δουλειά σε επικίνδυνες συνθήκες, για χαμηλούς μισθούς.Σε πολλά κράτη, η προσφορά των γυναικών στα έθνη τους ξεχάστηκε γρήγορα μετά τον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και απολύθηκαν όταν οι άντρες επέστρεψαν.
Πώς άλλαξε η εργασιακή ζωή των γυναικών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο;
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι συνθήκες για τις γυναίκες στη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη ήταν αρκετά διαφορετικές.
Κάποια κράτη, όπως η Γερμανία, βίωσαν ένα κύμα συντηρητισμού και αναμενόταν ότι οι γυναίκες θα εκπληρώσουν το ρόλο τους ως νοικοκυρές και μητέρες. Ταυτόχρονα όμως, υπήρχε ένα προοδευτικό κίνημα με γυναίκες να ενσωματώνονται στο εργατικό δυναμικό με όλο και περισσότερα ίσα δικαιώματα, για παράδειγμα στη Σκανδιναβία. Στα νέα πολιτικά συστήματα στην Ανατολική Ευρώπη, οι γυναίκες ήταν επίσημα ίσες με τους άντρες και αναμενόταν ότι η εργασία θα ήταν αμειβόμενη.
Σε όλες τις περιπτώσεις, ωστόσο, το σπίτι θεωρούνταν ακόμα το πεδίο των γυναικών και όλες οι δουλειές από την ανατροφή των παιδιών ως το καθάρισμα και το μαγείρεμα θεωρούνταν γυναικείες. Έτσι, οι γυναίκες συνέχισαν να κουβαλάνε το διπλό βάρος, με αμειβόμενη και μη αμειβόμενη, ορατή και αόρατη εργασία.
Το αποτέλεσμα της δύσκολης αυτής κατάστασης των εργασιακών συνθηκών που κληρονόμησαν οι γυναίκες ήταν ότι, ακόμα και σήμερα, υπάρχουν εμφανείς ανισότητες κατά των γυναικών στον εργασιακό χώρο.
Το 2018, οι γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση κέρδιζαν κατά μέσο όρο 16% λιγότερα χρήματα από τους άνδρες. Ωστόσο, αν συμπεριλάβουμε και τη μη αμειβόμενη εργασία, εργάζονται έξι ώρες περισσότερο από τους άντρες. Επιπλέον, περισσότερες από τις μισές γυναίκες έχουν δεχθεί παρενόχληση ή σεξουαλική βία στον χώρο εργασίας τους. Το 73% των Ευρωπαίων δηλώνουν ότι οι γυναίκες περνούν περισσότερο χρόνο κάνοντας δουλειές του σπιτιού και φροντίζοντας συγγενικά πρόσωπα, συγκριτικά με τους άντρες. Οι γυναίκες παίρνουν λιγότερες προαγωγές, εν μέρει διότι τείνουν να διακόπτουν πιο συχνά την καριέρα τους τους για να φροντίσουν παιδιά ή άλλα μέλη της οικογένειας.
Εξαιτίας αυτής της δια βίου έμφυλης διάκρισης, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας σε μεγάλη ηλικία, λαμβάνοντας συντάξεις που είναι 1/3 χαμηλότερες από αυτές των αντρών.
Συνεπώς,, ενώ έχουν αλλάξει πολλά για τις εργαζόμενες γυναίκες, πρέπει να γίνουν πολλά άλλα πράγματα ώστε να επιτευχθεί η ισότητα, στην εργασία, το σπίτι και πέρα από αυτά.
Μετάφραση: Ελισάβετ Τσακαλίδου, προπτυχιακή φοιτήτρια, Τομέας Μετάφρασης και Διαπολιτισμικών Σπουδών, Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Αυτή η δημοσίευση εντάσσεται στο έργο Europeana Common Culture, το οποίο εξερευνά διάφορες πτυχές της κοινής μας πολιτισμικής κληρονομιάς στην Ευρώπη.